Μάς την έσκασε, λοιπόν, ο Νιόνος, παίρνοντας μαζί του μια ολόκληρη εποχή, γεμάτη αναμνήσεις, σημαντικά γεγονότα και τραγούδια, πολλά τραγούδια…Φόρεσε το αγαπημένο του καπέλο, υποκλήθηκε για τελευταία φορά και πέταξε «μακριά, σε ξένα μέρη…»
Ήταν έτοιμος γι’ αυτή τη μεγάλη αποχώρηση; Και ναι και όχι. Γνώριζε καλά πως η υγεία του ήταν επιβαρυμένη την τελευταία 5ετία, αλλά είχε μεγάλη όρεξη για ζωή και δημιουργία. Ήθελε να τον νικήσει τον θάνατο αλλά δεν τον φοβήθηκε. Τον κοίταξε κατάματα και δεν τού επέτρεψε να τους κλέψει στιγμές από τη ζωή του.
«Παραμέρισα τη σκιά της αρρώστιας» έγραφε, ποιητικά, στη συγκλονιστική αυτοβιογραφία του με τίτλο «Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα» που κυκλοφόρησε στις αρχές του 2025. Ένα βιβλίο, χειροποίητο στο οποίο εμφανιζόταν βαθιά εξομολογητικός, όσο δεν είχε υπάρξει ποτέ, ασκώντας σκληρή αυτοκριτική για τα πάθη του και τα λάθη του, στην επαγγελματική αλλά και στην προσωπική του ζωή, και αποκαλύπτοντας το αληθινό πρόσωπο πίσω από τον ρόλο που ο ίδιος έπλασε για τον εαυτό του.
Κι η απρόσμενη, αυτή ωμή και γενναία ειλικρίνειά του εξέπληξε πολλούς. Γιατί ο Σαββόπουλος ήταν πάντα ανεβασμένος σε ένα βάθρο, άπιαστος, και γεμάτος αντιθέσεις που γεννούσαν εύλογες απορίες: Οικείος αλλά και απόμακρος την ίδια στιγμή, δυναμικά παρών αλλά και ακριβοθώρητος, ευγενής αλλά και ιδιόρρυθμος, εξαιρετικός συνομιλητής αλλά και δογματικός στις κατά καιρούς απόψεις του. Το γεγονός λοιπόν ότι συνειδητά επέλεξε να κατέβει από αυτό το βάθρο, να βγάλει την «πανοπλία» του μύθου του και να εκτεθεί δημόσια, αποδεικνύει όχι μόνον το θάρρος του αλλά και τη βαθιά επιθυμία του να ζητήσει τον «λογαριασμό» της ζωής του και να τον εξοφλήσει.
Με έναν εξαιρετικά γενναίο αλλά και βαθιά ανθρώπινο τρόπο μοιράστηκε, για πρώτη φορά δημόσια, τη μάχη που έδωσε τα τελευταία χρόνια με τον καρκίνο. Μπορεί η σοβαρή περιπέτεια της υγείας του να ξεκίνησε στα μέσα του 2020, ο ίδιος, ωστόσο, είχε επιλέξει να συνεχίσει κανονικά τις καλλιτεχνικές του δραστηριότητες δίχως να κάνει καμία απολύτως δημόσια αναφορά στον αγώνα που έδινε για τη ζωή του.

Άνοιξε την καρδιά του διάπλατα, και με απόλυτη ηρεμία και ψυχραιμία, χωρίς δακρύβρεχτους συναισθηματισμούς, διηγήθηκε με τον δικό του μοναδικό τρόπο, που ανέκαθεν υπήρξε μαγικός γι’ αυτό και συνέπαιρνε τα πλήθη, την αναμέτρησή του με τον καρκίνο, από τη στιγμή της ανακοίνωσης της διάγνωσης και τις θεραπείες στις οποίες υποβλήθηκε μέχρι την προσβολή του από κορωνοϊό που έκανε τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα.
Το σημαντικότερο όμως είναι ότι μέσα από αυτή την εκ βαθέων προσωπική εξομολόγηση ο Σαββόπουλος, έριξε άπλετο φως – για πρώτη φορά σε τέτοιο βαθμό - , με περισσή γενναιότητα, στην τρωτή, την αδύναμη πλευρά του εαυτού του, θέλοντας να υπογραμμίσει πως απέναντι στην ασθένεια είμαστε όλοι ίσοι. Και την ίδια στιγμή περνά ένα πολύτιμο μήνυμα ελπίδας και δύναμης προς όλους όσοι αντιμετωπίζουν τον καρκίνο. Ένα μήνυμα το περιεχόμενο του οποίου θα μπορούσε να συνοψιστεί στον τίτλο που ο ίδιος είχε επιλέξει να δώσει στην έκθεση που ετοίμασε το 2022 για τα εκατό χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή: «Σήκω Ψυχή μου!»
Ήταν κάπου εκεί στα τέλη Μαρτίου του ‘20, της εποχή της πρώτης καραντίνας λόγω κορωνοϊού, κι αφού είχε μόλις ολοκληρώσει τις επιτυχημένες ζωντανές εμφανίσεις του με τον Μανώλη Μητσιά, στο «Άλσος», που έλαβε τη διάγνωση:
«Μια και είχα χρόνο στη διάθεσή μου, πήγα να δω τους γιατρούς, γιατί είχα κάτι ενοχλήσεις. Στις εξετάσεις διαπιστώθηκε καρκίνος στον πνεύμονα. Έτσι ξαφνικά; Όχι και τόσο ξαφνικά. Όλο γκούχου – γκούχου ήμουν το τελευταίο διάστημα, πάνω από πενήντα χρόνια καπνίζω, και σάς το λέω αυτό για προσέχετε, να ‘χετε το νου σας, κι αν – ο μη γένοιτο – σάς συμβεί, μη φοβηθείτε, αντιμετωπίστε το, κι έχει ο Θεός.
Μού αφαίρεσαν μισό πνευμόνι, κι ύστερα μπήκα σε κάποιες θεραπείες, που όσο να ΄ναι έχουν τις παρενέργειές τους. Κόπωση βασικά. Μια αίσθηση μεγάλη αδυναμία» εξομολογείται ο ίδιος.
Οι καλλιτεχνικές προκλήσεις, ωστόσο και η δύναμη του χαρακτήρα του, φυσικά, που τού υπαγόρευε να συνεχίσει να ζει κανονικά τη ζωή του στη μετά διάγνωση εποχή και να αντιμετωπίζει ένα – ένα τα εμπόδια όταν έρχονται, τον κράτησαν όρθιο και ενεργό. Αντλώντας δύναμη από την αγάπη και τη στήριξη της οικογένειάς του αλλά και από το ασίγαστο πάθος του για δημιουργία αναλάμβανε τη μία αποστολή μετά την άλλη. «Παραμέρισα τη σκιά της αρρώστιας» περιγράφει ο ίδιος, ποιητικά, στο βιβλίο του.

Κατάστρωσε ένα μεγαλόπνοο σχέδιο για τον εορτασμό των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση το οποίο, παρότι ενθουσίασε την Επιτροπή, δεν κατέστη εφικτό να υλοποιηθεί λόγω πανδημίας. Έδωσε συναυλία στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης με αφορμή την ίδια επέτειο. Έστησε, μετά από πρόσκληση του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων, μια εξαιρετική έκθεση για τα 100 από τη Μικρασιατική Καταστροφή, η οποία παρουσιάστηκε σε όλη την Ελλάδα, ταξίδεψε στην Κύπρο για μια σειρά συναυλιών αφιερωμένων επίσης στην καταστροφή της Σμύρνης…