Από ελληνικής πλευράς συμμετείχαν το Εργαστήριο Υγιεινής Επιδημιολογίας και Ιατρικής Στατιστικής του ΕΚΠΑ, και ο ΕΟΔΥ, ενώ στη μελέτη πήραν μέρος και δύο αμερικανικά πανεπιστήμια, το MIT και το Πανεπιστήμιο της Νότιας Καλιφόρνιας. Ο αναπληρωτής καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας, κλινικός ιολόγος Γκίκας Μαγιορκίνης διευκρίνισε ότι χρησιμοποιήθηκαν κυρίως δημόσια διαθέσιμα δεδομένα και οι επιστήμονες δεν είχαν πληροφορίες για τα άτομα.
«Το διάστημα μεταξύ 4 Απριλίου και 15 Δεκεμβρίου του 2021, διατέθηκαν περίπου 60 εκατομμύρια self test. Συμμετείχαν περίπου 8 εκατομμύρια άτομα στη διαδικασία και κατά την κορύφωση του προγράμματος, το 20% του πληθυσμού, έκανε δύο self test, μέσα σε μία εβδομάδα». Σύμφωνα με τον κ. Μαγιορκίνη χρησιμοποιήθηκαν μαθηματικά μοντέλα και προσομοιώσεις, έτσι ώστε οι ερευνητές να υπολογίσουν ποια ήταν η επίδραση του self test στις εισαγωγές στα νοσοκομεία εξαιτίας της covid19 και στους θανάτους εξαιτίας της νόσου.
«Εκτός από το ότι απεφεύχθη ένας σημαντικός αριθμός θανάτων, δείχνουμε πλέον ότι τα self test μπορεί να αποτελούν ένα πολύ σημαντικό εργαλείο της δημόσιας υγείας, ειδικά όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε καταστάσεις, όπως οι πανδημίες. Πλέον τα self test τα χρησιμοποιεί πολύς κόσμος και για τη γρίπη, αλλά και για άλλες ασθένειες και είναι άκρως σημαντική παρακαταθήκη της πανδημίας ότι πλέον ο κόσμος ξέρει να κάνει ένα self test και να έχει μία γρήγορη διάγνωση για την κατάσταση της υγείας του».